handporn.net
Τι προμηνύει η μείωση των εξαγωγών | Capital

Συνεχης ενημερωση

    Δευτέρα, 20-Μαϊ-2024 00:01

    Τι προμηνύει η μείωση των εξαγωγών

    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Του Κώστα Στούπα

    Τι προμηνύει η μείωση των εξαγωγών

    Οι ελληνικές εξαγωγές, μετά μια σειρά ετών θεαματικών θετικών επιδόσεων, τους τελευταίους μήνες παρουσιάζουν υποχώρηση. Τον Μάρτιο που μας πέρασε η μείωση έφτασε το 11,7%.

    Πιο συγκεκριμένα, η συνολική αξία των εξαγωγών, τον Μάρτιο 2024, ανήλθε στο ποσό των 4.283,4 εκατ. ευρώ (4.671,1 εκατ. δολάρια) έναντι 4.851,2 εκατ. ευρώ (5.209,0 εκατ. δολάρια) κατά τον ίδιο μήνα του 2023.

    Το ίδιο διάστημα, η συνολική αξία των εισαγωγών ανήλθε στο ποσό των 6.694,6 εκατ. ευρώ (7.257,1 εκατ. δολάρια) έναντι 7.443,6 εκατ. ευρώ (7.945,0 εκατ. δολάρια) τον Μάρτιο του 2023, παρουσιάζοντας μείωση, σε ευρώ, 10,1%.

    Η αντίστοιχη αξία χωρίς τα πετρελαιοειδή παρουσίασε μείωση κατά 297,3 εκατ. ευρώ, δηλαδή κατά 5,4%, ενώ η αντίστοιχη αξία χωρίς τα πετρελαιοειδή και τα πλοία εμφάνισε μείωση κατά 307,8 εκατ. ευρώ, δηλαδή κατά 5,6%, σε σχέση με τον Μάρτιο του 2023.

    Βλέπε: ΕΛΣΤΑΤ: Πτώση των εξαγωγών 11,7% τον Μάρτιο

    Στον βαθμό που η μείωση των εξαγωγών χωρίς πετρελαιοειδή είναι η μισή από τη συνολική σημαίνει πως ένα σημαντικό μέρος οφείλεται στα πετρελαιοειδή και ενδεχομένως στις διακυμάνσεις των τιμών τους ή τις αντίστοιχες διακυμάνσεις των τιμών των διυλισμένων προϊόντων.

    Το πλέον ενδιαφέρον στοιχείο είναι πως την ίδια περίοδο, τον περασμένο Μάρτιο ανάλογη μείωση παρουσιάζουν και οι εξαγωγές της Γερμανίας.

    Αναλυτικά, η Γερμανία εξήγαγε αγαθά αξίας 136,8 δισεκατομμυρίων ευρώ και εισήγαγε αγαθά αξίας 112,9 δισεκατομμυρίων ευρώ σε ονομαστική βάση (μη προσαρμοσμένη για ημερολογιακές ή εποχικές επιπτώσεις) τον Μάρτιο του 2024. Σε σύγκριση με τον Μάρτιο του 2023, οι εξαγωγές τον Μάρτιο του 2024 μειώθηκαν επομένως κατά 8,3%, και οι εισαγωγές μειώθηκαν κατά 9,6%.

    Την επιβράδυνση των εξαγωγών θα πρέπει να τη δούμε σε σχέση με τη γενικότερη κατάσταση μείωσης των καταθέσεων και αύξησης των επιτοκίων.

    Σε όλες τις οικονομίες το 2020 και 2021 -που ήταν οι χρονιές της πανδημίας- παρατηρήθηκε μια σημαντική αύξηση των καταθέσεων. Λόγω των εναλλασσόμενων "lockdown” ο κόσμος δεν κυκλοφορούσε και ξόδευε λιγότερα με αποτέλεσμα να αυξηθούν οι καταθέσεις.

    Από 5% του ΑΕΠ το 2019 στις ΗΠΑ, το 2021 εκτινάχθηκαν στο 15% και στη Γερμανία από 18% στο 25%. Στη συνέχεια στις ΗΠΑ μειώθηκαν μέχρι και κάτω από το 5% και στη Γερμανία περί το 20%.

    Στην Ιταλία από 10% του ΑΕΠ αυξήθηκαν στο 20% και τώρα προσγειώθηκαν κάτω από το 10%.

    Διάγραμμα

    Στην Ελλάδα οι καταθέσεις από 143 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο του ’19, λίγο πριν την εκδήλωση της πανδημίας αυξήθηκαν σε 180 δισ. τον Δεκέμβριο του ’21, σε 188,5 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο του ’22 και 194,8 δισ. τον Δεκέμβριο του ’23. Στη συνέχεια τον Μάρτιο του ’24 έχουν μειωθεί στα 190,5 δισ. ευρώ.

    Στην Ελλάδα οι διακυμάνσεις στις καταθέσεις ακολουθούν μια χρονοκαθυστέρηση και αυτό οφείλεται στο γεγονός πως η χώρα με σημαντικά τουριστικά έσοδα επωφελήθηκε από το κύμα της τουριστικής έκρηξης που ακολούθησε τα δυο χρόνια του πανδημικού εγκλεισμού.

    Η Ελλάδα επωφελήθηκε επίσης λόγω του μικρού μεγέθους από τη συμβολή του προγράμματος  επιδοτήσεων Next Generation που εφάρμοσε η Ε.Ε. μέσα στην πανδημία.  

    Ένα σημαντικό μέρος της αύξησης των καταθέσεων την περίοδο της πανδημίας οφείλεται και στα τεράστια προγράμματα επιδότησης των εγκλείστων από τους κρατικούς προϋπολογισμούς. Υπό το πρίσμα αυτό θα μπορούσαμε να πούμε η αύξηση των καταθέσεων των νοικοκυριών και επιχειρήσεων συναρτάται της αύξησης του Δημόσιου Χρέους.

    Στη συνέχεια η δαπάνη των καταθέσεων ώθησε τη ζήτηση και την οικονομική ανάπτυξη. Τώρα που στη μεγαλύτερη οικονομία, αλλά και τις υπόλοιπες οι καταθέσεις εξαντλήθηκαν, η ζήτηση αναμένεται να μετριαστεί.

    Το νέο στοιχείο σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια είναι η αύξηση των επιτοκίων που αυξάνει την εξυπηρέτηση του χρέους κρατών, επιχειρήσεων και νοικοκυριών.

    Για τα νοικοκυριά τούτο σημαίνει πως πρέπει να περιορίσουν ακόμη περισσότερο τη ζήτηση.

    Για τα κράτη σημαίνει πρέπει είτε να μειώσουν δαπάνες, είτε να αυξήσουν φόρους είτε να συνεχίσουν να παράγουν ελλείματα και να αυξάνουν το χρέος. Αν επιλέξουν το τελευταίο δεν θα καταφέρουν να ελέγξουν τον πληθωρισμό, γεγονός που σημαίνει πως δεν θα καταφέρουν να μειώσουν τα επιτόκια.

    Σε γενικές γραμμές η εξίσωση έχει πολλούς παράγοντες, είναι δύσκολη και οι περισσότερες απαντήσεις έχουν αρνητικό πρόσημο. Τις εξελίξεις αυτές θα πρέπει να τις δούμε και σε συνάρτηση με τις εισηγμένες επιχειρήσεις, τα επιχειρηματικά κέρδη των οποίων εκτοξεύθηκαν τα τελευταία χρόνια λόγω της αύξησης της μεταπανδημικής ζήτησης.

    Η πτώση των ελληνικών εξαγωγών τον Μάρτιο λοιπόν δεν μπορεί να αποδοθεί σε κάποιο είδος μείωσης της ελληνικής ανταγωνιστικότητας, αλλά στην αλλαγή των γενικότερων διεθνών συνθηκών που επικράτησαν τα τελευταία χρόνια. Το πιθανότερο είναι πως η κάμψη αυτή προμηνύει γενικότερη κάμψη της διεθνούς ζήτησης κάτι που θα έχει συνέπειες και σε εμάς.

    [email protected]

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ